Monday, February 29, 2016

Οι Προσδιοριστικοί Παράγοντες της Δυναμικής της Ανεργίας στην Ελλάδα... Αθανάσιος Ταγκαλάκης - Διεύθυνση Οικονομικής Ανάλυσης και Μελετών..ΤτΕ

Απόσπασμα από το Τεσσαρακοστό δεύτερο τεύχος του Οικονομικού Δελτίου της Τράπεζας της Ελλάδος


Το τεύχος του Οικονομικού Δελτίου είναι διαθέσιμο εδώ.


Η ΣΧΕΣΗ ΜΕΤΑΞΥ ΤΟΥ ΠΟΣΟΣΤΟΥ ΚΕΝΩΝ ΘΕΣΕΩΝ (JOB VACANCY RATE) ΚΑΙ ΤΟΥ ΠΟΣΟΣΤΟΥ ΑΝΕΡΓΙΑΣ (UNEMPLOYMENT RATE)

Η σημασία του ρυθμού εύρεσης εργασίας αντανακλάται στην εξέλιξη του ποσοστού των κενών θέσεων,10 που αποτελεί ένα δείκτη ζήτησης εργασίας από την πλευρά των επιχειρήσεων. 


Όπως προκύπτει από τα στοιχεία που παρουσιάζονται στο Διάγραμμα 8, ταυτόχρονα με την αύξηση της ανεργίας την περίοδο της κρίσης παρατηρείται συνεχής υποχώρηση του ποσοστού των κενών θέσεων (η οποία όμως είχε ήδη αρχίσει από τα τέλη του 2006), το οποίο ελαχιστοποιείται το β’ τρί- μηνο του 2013.


 Στη συνέχεια, ταυτόχρονα με την ελαφρά κάμψη του ποσοστού ανεργίας, το ποσοστό των κενών θέσεων αυξάνεται σταδιακά, παραμένοντας ωστόσο σε επίπεδο χαμηλότερο από κάθε παρατήρηση της περιόδου 2005-2010.11

Η σχέση μεταξύ κενών θέσεων και ανεργίας παρουσιάζεται με τη μορφή της καμπύλης Beveridge (βλ. Διαγράμματα 9 και 10), η οποία περιγράφει τις κυκλικές συνθήκες στην αγορά εργασίας και την αποτελεσματικότητα της αγοράς εργασίας να αντιστοιχίζει (match) ανέργους με κενές θέσεις εργασίας. 

Την περίοδο από την αρχή του δείγματος έως τα τέλη του 2009 η εικόνα που διαμορφώνεται είναι συγκεχυμένη. Για παράδειγμα, την περίοδο 2004-2005 η ανεργία παρέμεινε αμετάβλητη παρά το υψηλό ποσοστό κενών θέσεων. Το γεγονός αυτό υποδηλώνει την ύπαρξη διαρθρωτικής ανεργίας, η οποία δεν συνδέεται με τις κυκλικές συνθήκες της οικονομίας αλλά ενδεχομένως με την αδυναμία κάλυψης των κενών θέσεων με τις διαθέσιμες δεξιότητες των ανέργων.

Την περίοδο 2006-2008 καταγράφεται ελαφρά υποχώρηση της ανεργίας, με το ποσοστό των κενών θέσεων να παραμένει στα επίπεδα του 1,5-2%. Δηλαδή παρατηρείται μια ελαφρά τάση παράλληλης προς τα μέσα μετατόπισης της καμπύλης Beveridge.

 Ωστόσο, από το τέλος του 2009 και έπειτα, εξαιτίας της επιδείνωσης των οικονομικών συνθηκών, το ποσοστό ανεργίας αυξάνεται και το ποσοστό των κενών θέσεων μειώνεται. Παρατηρείται αφενός μια
προς τα έξω μετατόπιση της καμπύλης Beveridge (καθώς για ποσοστό κενών θέσεων 1,1% αντιστοιχεί πλέον ανεργία πολύ πάνω του 10%, εν αντιθέσει π.χ. με το α’ τρίμηνο του 2006 που η ανεργία ήταν λίγο κάτω από 10%) και αφετέρου μια ελαφρά υποχώρηση της κλίσης της καμπύλης (όπως προκύπτει και από τις γραμμές τάσης που απεικονίζονται στα Δια- γράμματα 9 και 10). 


Επιπλέον, όσο βαθαίνει η ύφεση η οικονομία κινείται κατά μήκος της καμπύλης Beveridge. Από το 2013 και έπειτα η σταδιακή κάμψη του ρυθμού ανόδου του ποσοστού ανεργίας και εν συνεχεία η σταδιακή αποκλιμάκωσή του συνοδεύθηκαν από αύξηση του ποσοστού κενών θέσεων. Το γεγονός αυτό υποδηλώνει κατ’ αρχάς ότι η επίπτωση της ύφεσης σταδιακά υποχωρεί.


Προκύπτει όμως η εικόνα μιας παράλληλης προς τα έξω μετατόπισης της καμπύλης Beveridge από το τέλος του 2013 και έπειτα. Δηλαδή, ενώ στο τέλος του 2011 ένα ποσοστό κενών θέσεων ύψους 0,9% ήταν συμβατό με ποσοστό ανεργίας της τάξεως του 17%, τώρα είναι συμβατό με ποσοστό ανεργίας 25-26%.

Παρά το γεγονός ότι οι μεταρρυθμίσεις που υλοποιήθηκαν από το 2010-2011 και έπειτα στην αγορά εργασίας ενισχύουν την αποτελεσματικότητα της αντιστοίχισης (matching efficiency) κενών θέσεων και ανέργων, η παραγωγική αναδιάρθρωση της οικονομίας που έλαβε χώρα τα τελευταία χρόνια εξαιτίας της ύφεσης (π.χ. αναδιάρθρωση ως προς τις απαιτούμενες δεξιότητες, τομεακή και κλαδική αναδιάρθρωση κ.λπ.) οδηγεί στη δημιουργία διαρθρωτικής ανεργίας. 


Ενδεικτικό είναι το γεγονός ότι άνω των 2/3 των ανέργων δηλώνουν πως παραμένουν σε κατάσταση ανεργίας πάνω από ένα χρόνο. Συνεπώς, απαιτούνται παρεμβάσεις πολιτικής με στόχο τη προσέλκυση επενδύσεων, προκειμένου να αυξηθεί ο ρυθμός δημιουργίας νέων θέσεων εργασίας. 

Παράλληλα, απαιτείται αναβάθμιση των δεξιοτήτων των ανέργων με ενεργητικές πολιτικές εκπαίδευσης και απασχόλησης, προκειμένου να βελτιωθεί η δυνατότητα απορρόφησής τους στους νέους τομείς οικονομικής δραστηριότητας που αναδείχθηκαν μέσα από την κρίση.


πηγή http://www.bankofgreece.gr/