Wednesday, December 6, 2017

Οι Ελληνικές Τράπεζες κατατάσσονται στις πρώτες θέσεις της Ευρώπης όσον αφορά την κεφαλαιακή τους επάρκεια .. - Γιάννης Στουρνάρας - ΤτΕ


04/12/2017 - Ομιλία του Διοικητή της Τράπεζας της Ελλάδος Γιάννη Στουρνάρα στην Ένωση Ελλήνων Εφοπλιστών «Η παγκόσμια οικονομία και η Ελλάδα: προοπτικές και κυριότερες προκλήσεις με έμφαση στο ρόλο της ναυτιλίας»  - Ομιλητής: Γιάννης Στουρνάρας

Κυρίες και κύριοι,  - Χαίρομαι ιδιαίτερα που βρίσκομαι μαζί σας σήμερα, καθώς μάλιστα η φετινή χρονιά έχει ανακηρυχθεί ως «Έτος Ναυτιλίας» για την Ευρωπαϊκή Ένωση και σηματοδοτεί επίσης το πέρασμα της Ένωσης Ελλήνων Εφοπλιστών (ΕΕΕ) στη δεύτερή της εκατονταετία, αφού πέρυσι εορτάστηκαν τα 100 χρόνια της. 


Στην παρέμβασή μου αρχικά θα αναφερθώ στις διεθνείς οικονομικές εξελίξεις. Κατόπιν θα περιγράψω τις πρόσφατες εξελίξεις και θα αναλύσω τις προοπτικές της ελληνικής οικονομίας. Στη συνέχεια, θα αναφερθώ στη σημασία της ελληνικής ναυτιλίας και τις προκλήσεις που καλείται να αντιμετωπίσει. Κλείνοντας, θα επισημάνω τις προϋποθέσεις για να παραμείνει η οικονομία σε διατηρήσιμη ανάκαμψη.


1. Το διεθνές περιβάλλον 

Η παγκόσμια οικονομία βρίσκεται σε σταθερή ανοδική τροχιά. Οι δείκτες εμπιστοσύνης των επιχειρήσεων και των καταναλωτών υποδηλώνουν ότι το κλίμα παραμένει θετικό, ενώ οι χρηματοπιστωτικές συνθήκες στις προηγμένες οικονομίες παραμένουν υποστηρικτικές, υποβοηθούμενες από διευκολυντικές νομισματικές πολιτικές. Οι χρηματοπιστωτικές αγορές στις αναδυόμενες οικονομίες παραμένουν ανθεκτικές και οι εισροές κεφαλαίων προς αυτές τις οικονομίες είναι ισχυρές. Η ανάκαμψη της οικονομικής δραστηριότητας είναι ευρεία, τόσο γεωγραφικά μεταξύ ανεπτυγμένων και αναδυόμενων οικονομιών όσο και σε όρους σύνθεσης του ΑΕΠ. Το 2017 εκτιμάται ότι θα είναι το πρώτο έτος από το 2010 κατά το οποίο θα παρατηρηθεί συγχρονισμένη ανάπτυξη σε όλες τις μεγάλες οικονομίες. Υπάρχουν επίσης αυξανόμενες ενδείξεις ανάκαμψης των επενδύσεων παγκοσμίως.


Τα προσεχή έτη η παγκόσμια οικονομική δραστηριότητα αναμένεται να παρουσιάσει συγκρατημένη επιτάχυνση. Στη βελτίωση της οικονομικής δραστηριότητας στις προηγμένες οικονομίες συμβάλλουν οι ασκούμενες νομισματικές και δημοσιονομικές πολιτικές. Μεταξύ των αναδυόμενων οικονομιών, η ανάπτυξη αναμένεται να παραμείνει ανθεκτική στις χώρες που εισάγουν βασικά εμπορεύματα, όπως η Κίνα, ενώ στις οικονομίες που είναι εξαγωγείς βασικών εμπορευμάτων η καθοδική πορεία της οικονομικής δραστηριότητας θα ανακοπεί, μετά τη βαθιά ύφεση που παρατηρήθηκε στις χώρες αυτές τα δύο προηγούμενα χρόνια. Το παγκόσμιο εμπόριο ανακάμπτει και μεσοπρόθεσμα προβλέπεται να επεκταθεί, παράλληλα με την άνοδο της παγκόσμιας οικονομικής δραστηριότητας. Σημαντική ώθηση στο διεθνές εμπόριο μπορούν να δώσουν και οι πρόσφατες πολυμερείς ή διμερείς εμπορικές συμφωνίες, όπως η Συμφωνία Διευκόλυνσης του Εμπορίου του Παγκόσμιου Οργανισμού Εμπορίου, καθώς και εκείνη της Ευρωπαϊκής Ένωσης με τον Καναδά.


Ωστόσο, υπάρχουν κίνδυνοι που περιβάλλουν τις βραχυπρόθεσμες προβλέψεις για την παγκόσμια οικονομία, το διεθνές εμπόριο και – συνεπώς – τις μεταφορές διά θαλάσσης. Ειδικότερα, πέρα από τους γεωπολιτικούς παράγοντες, οι υφιστάμενοι κίνδυνοι σχετίζονται με την τάση εμπορικού προστατευτισμού, την επίδραση της σταδιακής ομαλοποίησης της νομισματικής πολιτικής στις διεθνείς χρηματοπιστωτικές συνθήκες, την ενδεχόμενη απότομη διόρθωση των τιμών των περιουσιακών στοιχειών και δη των μετοχών, τη διατηρησιμότητα του ρυθμού ανάπτυξης των αναδυόμενων αγορών (κυρίως της Κίνας) και τις συνέπειες στο εμπόριο από το Brexit.


Στη ζώνη του ευρώ η οικονομική μεγέθυνση συνεχίζεται και γίνεται ολοένα πιο ανθεκτική. Η οικονομία της ζώνης του ευρώ καταγράφει θετικούς ρυθμούς ανάπτυξης επί 18 συναπτά τρίμηνα και με βάση τα τελευταία στοιχεία αυτή η δυναμική εκτιμάται ότι θα συνεχιστεί και την προσεχή περίοδο. Η διευκολυντική κατεύθυνση της νομισματικής πολιτικής στηρίζει την εγχώρια ζήτηση. Η αύξηση της απασχόλησης και η ελαφρά αύξηση των αμοιβών των μισθωτών στηρίζουν το διαθέσιμο εισόδημα των νοικοκυριών. Τα παραπάνω, σε συνδυασμό με την προοδευτική αύξηση του πλούτου των νοικοκυριών, ασκούν ευνοϊκή επίδραση στην ιδιωτική κατανάλωση. Η ανάκαμψη των επενδύσεων υποβοηθείται από τη βελτίωση της κερδοφορίας των επιχειρήσεων και από τις πολύ ευνοϊκές συνθήκες χρηματοδότησης. Η εύρωστη εξωτερική ζήτηση στηρίζει τις εξαγωγές της ζώνης του ευρώ, αν και η πρόσφατη ανατίμηση του ευρώ αποτελεί πηγή αβεβαιότητας για τη συνολική συμβολή του εμπορικού ισοζυγίου στην οικονομική ανάπτυξη.


Ο πληθωρισμός αναμένεται να υποχωρήσει βραχυπρόθεσμα, κυρίως λόγω των επιδράσεων βάσης στις τιμές της ενέργειας. Την προσεχή διετία ο πληθωρισμός αναμένεται να παραμείνει σαφώς κάτω από ένα επίπεδο συμβατό με το στόχο της ΕΚΤ για τον πληθωρισμό. Επιπλέον, οι εξελίξεις του πυρήνα του πληθωρισμού εξακολουθούν να μην παρουσιάζουν πειστικές ενδείξεις μιας διατηρήσιμης ανοδικής τάσης. Για το λόγο αυτό, το Διοικητικό Συμβούλιο της ΕΚΤ, με τον πρόσφατο επανασχεδιασμό και την επέκταση της χρονικής διάρκειας του προγράμματος αγοράς τίτλων ως το Σεπτέμβριο του 2018 ή και μετά, αν κριθεί απαραίτητο, επιβεβαίωσε την ανάγκη διατήρησης της διευκολυντικής κατεύθυνσης της νομισματικής πολιτικής προκειμένου να εξασφαλιστεί διατηρήσιμη επάνοδος των ρυθμών πληθωρισμού σε επίπεδα κάτω αλλά πλησίον του 2%.


2. Εξελίξεις και προοπτικές της ελληνικής οικονομίας 

Από την αρχή της κρίσης χρέους, το 2010, η Ελλάδα εφάρμοσε ένα πρόγραμμα οικονομικής προσαρμογής, που οδήγησε στην εξάλειψη του δημοσιονομικού ελλείμματος και του ελλείμματος του εξωτερικού ισοζυγίου, καθώς και στη βελτίωση της διεθνούς ανταγωνιστικότητας ειδικά ως προς το κόστος εργασίας.


Παράλληλα, εφαρμόστηκε ένα απαιτητικό πρόγραμμα μεταρρυθμίσεων στο Ασφαλιστικό, στην Υγεία, στις αγορές εργασίας και προϊόντων, στο επιχειρηματικό περιβάλλον, στη δημόσια διοίκηση, στο φορολογικό σύστημα και στο δημοσιονομικό πλαίσιο. Η υλοποίησή του, παράλληλα με το πρόγραμμα ιδιωτικοποιήσεων και αξιοποίησης της δημόσιας περιουσίας, βρίσκεται σε εξέλιξη. Σύμφωνα με πρόσφατη έκθεση του Συμβουλίου της Λισσαβώνας (EuroPlus Monitor, September 2017 Update), η Ελλάδα κατατάσσεται στην πρώτη θέση μεταξύ των 28 χωρών της Ευρωπαϊκής Ένωσης με βάση το Δείκτη Προώθησης Μεταρρυθμίσεων (Adjustment Progress Indicator). Επιπλέον, σύμφωνα με το δείκτη «ευχέρειας του επιχειρείν», που καταρτίζει η Παγκόσμια Τράπεζα, σχετικά με τους όρους ίδρυσης μιας επιχείρησης, η θέση της Ελλάδας έχει βελτιωθεί σημαντικά μεταξύ 2011 και 2017 (από 148η το 2011 σε 37η το 2017), αλλά υπάρχουν ακόμη μεγάλα περιθώρια βελτίωσης.


Ως αποτέλεσμα αυτών των προσπαθειών, έχει αυξηθεί σημαντικά η εξωστρέφεια της οικονομίας και έχει ήδη αρχίσει η αναδιάρθρωσή της υπέρ κλάδων παραγωγής εμπορεύσιμων αγαθών και υπηρεσιών με εξαγωγικό προσανατολισμό. 


Ειδικότερα, το μερίδιο των συνολικών εξαγωγών στο ΑΕΠ αυξήθηκε από 19,0% το 2009 σε 30,2% το 2016, ενώ, μεταξύ 2010 και 2016, οι σχετικές τιμές των εμπορεύσιμων αγαθών και υπηρεσιών έναντι των μη εμπορεύσιμων αυξήθηκαν κατά περίπου 9%. Ως εκ τούτου, το σχετικό μέγεθος του τομέα των εμπορεύσιμων, μετρούμενο βάσει της ακαθάριστης προστιθέμενης αξίας του συνόλου της οικονομίας, αυξήθηκε κατά περίπου 11% σε σταθερές τιμές και κατά περίπου 21% σε τρέχουσες τιμές, ενώ σε όρους απασχόλησης αυξήθηκε κατά περίπου 7%.


Παράλληλα, παρά τις όποιες αστοχίες και τα αντιφατικά μηνύματα, υπάρχουν ενθαρρυντικές ενδείξεις και όσον αφορά τις ξένες άμεσες επενδύσεις. Οι εισροές ξένων άμεσων επενδύσεων έφθασαν περίπου τα 2,8 δισεκ. ευρώ το 2016 (1,6% του ΑΕΠ). Πρόκειται για την υψηλότερη εισροή ξένων άμεσων επενδύσεων που καταγράφεται από το 2010 και κατευθύνθηκε κυρίως στους τομείς των υπηρεσιών (π.χ. ξενοδοχεία και εστιατόρια, μεταφορές, χρηματοπιστωτική διαμεσολάβηση και υπηρεσίες σχετικές με ακίνητα). Την περίοδο Ιανουαρίου-Σεπτεμβρίου 2017 η συνολική εισροή ανέρχεται ήδη σε 3,0 δισεκ. ευρώ. Το μεγαλύτερο μέρος των εισροών ξένων άμεσων επενδύσεων συνέχισε να κατευθύνεται κυρίως, όπως και το 2016, στους τομείς των υπηρεσιών. Οι αυξημένες εισροές ξένων άμεσων επενδύσεων δείχνουν ότι μεγάλοι ξένοι επενδυτές διαβλέπουν θετικές προοπτικές για την ελληνική οικονομία.

Επιπλέον, χάρη στη σημαντική ανακεφαλαιοποίηση που πραγματοποιήθηκε μετά από αυστηρές ασκήσεις προσομοίωσης ακραίων καταστάσεων και εις βάθος αξιολογήσεις της ποιότητας των στοιχείων ενεργητικού των τραπεζών, οι ελληνικές τράπεζες κατατάσσονται στις πρώτες θέσεις της Ευρώπης όσον αφορά την κεφαλαιακή τους επάρκεια. Το γεγονός αυτό, σε συνδυασμό με το δείκτη κάλυψης των μη εξυπηρετούμενων ανοιγμάτων από προβλέψεις που ανέρχεται σε 47% και με τη σχετικά υψηλή ποιότητα των εξασφαλίσεων που διαθέτουν, θα βοηθήσει σημαντικά τις τράπεζες να αντιμετωπίσουν το πιεστικό ζήτημα του υψηλού αποθέματος μη εξυπηρετούμενων δανείων. Επιπλέον, έχουν θεσπιστεί ή δρομολογηθεί σημαντικές θεσμικές μεταρρυθμίσεις, όπως η δημιουργία δευτερογενούς αγοράς για τα μη εξυπηρετούμενα δάνεια, ο εξωδικαστικός μηχανισμός και οι ηλεκτρονικοί πλειστηριασμοί, με στόχο οι τράπεζες να διαθέτουν μια ποικιλία εργαλείων για τη μείωση των μη εξυπηρετούμενων δανείων. Σύμφωνα με τα εισερχόμενα στοιχεία, από την αρχή του έτους σημειώθηκε πρόοδος στον τομέα των μη εξυπηρετούμενων ανοιγμάτων (ΜΕΑ) των τραπεζών. Στο τέλος Ιουνίου του 2017, το απόθεμα των ΜΕΑ (συμπεριλαμβανομένων των στοιχείων εκτός ισολογισμού) ήταν κατά 3,2% χαμηλότερο από ό,τι στο τέλος Δεκεμβρίου του 2016. 






πηγή http://www.bankofgreece.gr/